Σπονδυλική στήλη των επιχειρήσεων διαφυγής προσφύγων από τα νησιά του Αιγαίου προς την Τουρκία, την Κύπρο και τη Μέση Ανατολή, αποτέλεσαν θαλασσόλυκοι νησιώτες, πάνω στους οποίους χτίστηκε τόσο η δυνατότητα διαφυγής, όσο και στη συνέχεια το δίκτυο της αντίστασης. Ακόμα και στις μέρες μας παραμένουν άγνωστοι στο ευρύ κοινό οι περισσότεροι από αυτούς και η προσφορά τους δεν τιμήθηκε όσο θα έπρεπε.
Με το ξεκίνημα της κατοχής και την εισβολή των Γερμανών στη χώρα, αρκετοί πρόλαβαν και έφυγαν με τα καΐκια τους πριν έρθουν και τα σπάσουν οι Γερμανοί, που ήξεραν ότι θα γίνονταν «εργαλεία» στα χέρια της αντίστασης.
Στα ιταλοκρατούμενα από το 1912 Δωδεκάνησα αλλά ακολούθως και στα υπόλοιπα νησιά του Αιγαίου, συνήθως επιτρέπονταν με άδεια η αλιεία (με κεντρικό έλεγχο των αλιευμάτων από τις κατοχικές δυνάμεις και επιστροφή πριν τη δύση του ηλίου), οπότε οι «αδειούχοι» είχαν τα σκάφη τους στο νερό, ενώ οι υπόλοιποι υποχρεώνονταν να τα σύρουν στην ακτή και να αφαιρέσουν τα κουπιά. Επίσης με άδεια γίνονταν και η συγκοινωνία – σύνδεση των νησιών.

Αυτό γίνονταν με την αφαίρεση τάπας από την καρίνα που έφερνε τη βάρκα στα ίσια με τη θάλασσα – τεχνική για να σφίγγει το ξύλο. Ακολούθως τοποθετούσαν πέτρες μέσα στη βάρκα και αυτή κατέβαινε στον πυθμένα. Σε ορισμένες φορές έριχναν από πάνω της και φύκια.
Το βράδυ της διαφυγής βούταγαν και αφαιρούσαν τις πέτρες και η βάρκα έφτανε πάλι στην επιφάνεια. Έβαζαν την τάπα, έβγαζαν τα νερά με κουβαδάκια, κουτάκια, κλπ και επανέρχονταν στο σημείο που έπρεπε για να γίνει το ταξίδι.
Υπήρχαν βέβαια και περιπτώσεις που η βάρκα κρύβονταν σε σπηλιές που δε γνώριζε την ύπαρξή τους ο κατακτητής. Στις περιπτώσεις που η βάρκα είχε κρυφτεί στη στεριά, συχνό ήταν το φαινόμενο του χαλαρώματος των αρμών με αποτέλεσμα να μπάζει νερά και μαζί με την κωπηλασία, το δύσκολο ταξίδι να γίνεται και με βάρδιες σε τενεκεδάκια με τα οποία έβγαζαν τα νερά.
Απαραίτητα πρέπει να πούμε ότι οι βαρκάρηδες του τότε δεν είχαν καμία απολύτως σχέση με τους αντίστοιχους του σήμερα που κατά κανόνα είναι κρίκοι κυκλωμάτων διακίνησης και εκμετάλλευσης προσφύγων και μεταναστών.

Οι βαρκάρηδες του τότε, ήταν μέλη των τοπικών κοινωνιών, γνωστοί και στις κατοχικές αρχές, συχνά έπεφταν θύματα προδοσίας και έφευγαν και αυτοί πρόσφυγες για να γλιτώσουν και ασκούσαν το επάγγελμα του λεμβούχου και στην προπολεμική τους ζωή. Έπαιρναν αμοιβή άλλες φορές σε κατοχικό χρήμα, άλλες φορές σε ζώα που τους άφηνε η οικογένεια που έφευγε. Όταν έφευγαν από προδοσία, συχνό ήταν το φαινόμενο της «αλλαγής έδρας». Έμπαιναν στην υπηρεσία των συμμαχικών δυνάμεων με έδρα ορμίσκους στα μικρασιατικά παράλια και από εκεί συμμετείχαν σε επιχειρήσεις.

Επίσης εκτός από τις διαφυγές προσφύγων συμμετείχαν συχνά σε αντιστασιακές δράσεις, όπως αυτές που προαναφέραμε και για τις οποίες έπρεπε να είναι πρόσωπα εμπιστοσύνης στις συμμαχικές δυνάμεις. Τα καΐκια αυτά τα ονόμαζαν «κουρσάρικα» και οι Γερμανοί προσπαθούσαν με επιτάξεις καϊκιών να δημιουργήσουν αντίστοιχους στολίσκους για αντιμετώπισή τους.
Επίσης τα «κουρσάρικα» καΐκια όταν έρχονταν από την Τουρκία και ήταν σε αποστολή από τις συμμαχικές δυνάμεις, είχαν και εξοπλισμό απόκρυψης, κάτι σαν δίχτυα καμουφλάζ, ώστε να γίνονται ένα με τις βραχονησίδες για να μην εντοπίζονται από τα εχθρικά αεροπλάνα.

Υπήρχαν βέβαια και τα καΐκια που φαινομενικά ήταν εμπορικά, αλλά είχαν κρυφό εξοπλισμό, «πειραγμένες» μηχανές για να αναπτύσσουν μεγαλύτερη ταχύτητα από την προβλεπόμενη σε σχέση με την εμφάνισή τους και το πλήρωμα ανεξάρτητα από το τι φόραγε, ήταν μονάδες κομάντο και εκτελούσαν πάσης φύσεως αποστολές.
Μεταφορές προσφύγων από την Ελλάδα στην Τουρκία, από την Τουρκία στην Κύπρο, μεταφορές συνδέσμων από και προς τα νησιά, χρήματα για την αντίσταση, όπλα και άλλου είδους εξοπλισμός όπως ασύρματοι, μεταφορές σημαντικών προσώπων, τρόφιμα για τους νησιώτες που πεινούσαν, ήταν στην ατζέντα των αποστολών.
Και επειδή στα πλαίσια του αφιερώματος για τους Έλληνες πρόσφυγες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά και για την αντίσταση στα νησιά, αναφερθήκαμε αρκετά στις θαλάσσιες διαφυγές και επιχειρήσεις στη νησιωτική Ελλάδα, θα πρέπει να πούμε ότι και από τα παράλια της Αττικής, όχι τόσο για προσφυγικά ταξίδια, αλλά για διαφυγές πολιτικών και στρατιωτικών, υπήρχε σημαντική δραστηριότητα.
Από την Εταιρεία Μελετών Νοτιοανατολικής Αττικής, εντοπίσαμε μία μελέτη – παρουσίαση του Γιώργου Ιατρού μαθηματικού, με υλικό έγγραφα του Δήμου Κερατέας που είχαν πεταχτεί στα σκουπίδια και εντοπίστηκαν – διασώθηκαν την τελευταία στιγμή και αναφέρονταν στην περίοδο 1936 – 1946 για την τότε κοινότητα Κερατέας.


Έφευγαν Εγγλέζοι και Έλληνες πολιτικοί (Γεώργιος Παπανδρέου, Κωνσταντίνος Καραμανλής, Π. Κανελλόπουλος, κλπ). Έρχονταν όπως προαναφέραμε, σύνδεσμοι, τρόφιμα, χρήματα, υλικά. Προορισμός ήταν αρχικά ο Τσεσμές και μετά η Μέση Ανατολή.

Σε αυτό το θαλάσσιο στόλο των ναυτικών που με βάρκες και καΐκια έπαιξαν τη ζωή τους κορώνα – γράμματα και αρκετοί αντιμετώπισαν διώξεις, φυλακές και βασανιστήρια, χρωστούν χιλιάδες Έλληνες τη ζωή τους αφού διασώθηκαν και πολλοί από αυτούς κατατάχτηκαν στις δυνάμεις της Μέσης Ανατολής και πολέμησαν μέχρι την ήττα του άξονα.
ert.gr